Βρετανικός αποικισμός της Αμερικής
From Wikipedia, the free encyclopedia
Ο βρετανικός αποικισμός της Αμερικής περιλαμβάνει την ιστορία της επιβολής ελέγχου, εγκατάστασης και αποαποικιοποίησης των ηπείρων της Αμερικής από το Βασίλειο της Αγγλίας, το Βασίλειο της Σκωτίας και, μετά από την ένωση αυτών των δύο χωρών το 1707, το Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας. Οι πρώτες προσπάθειες αποικισμού από το Βασίλειο της Αγγλίας άρχισαν τον 16ο αιώνα, όμως η πρώτη μόνιμη βρετανική αποικία αποτελεί το Τζέιμσταουν, που ιδρύθηκε το 1607. Κατά τη διάρκεια των επόμενων αιώνων ιδρύθηκαν πολλές αποικίες στη Βόρεια Αμερική, την Κεντρική Αμερική, τη Νότια Αμερική και τα νησιά της Καραϊβικής. Αν και οι περισσότερες πρώην βρετανικές αποικίες στην Αμερική απέκτησαν τελικά την πλήρη ανεξαρτησία τους, μερικές αποφάσισαν να παραμείνουν κάτω από τη δικαιοδοσία της Βρετανίας ως Βρετανικά Υπερπόντια Εδάφη.
Η Βόρεια Αμερική κατοικούνταν για αιώνες πριν τη διεξαγωγή της αποστολής του Χριστόφορου Κολόμβου το 1492 από ιθαγενείς πληθυσμούς. Η αγγλική εξερεύνηση της ηπείρου ξεκίνησε στα τέλη του 15ου αιώνα, αποτέλεσμα της οποίας ήταν η ίδρυση από τον Ουόλτερ Ράλεϊ της βραχύβιας αποικίας Ρόανοου το 1585. Με την ίδρυση του Τζέιμσταουν, στον Κόλπο Τσέζαπικ, οι Άγγλοι ίδρυσαν την πρώτη επιτυχημένη μόνιμη αποικία τους στη Βόρεια Αμερική, που εξελίχθηκε στην πρωτεύουσα της Αποικίας της Βιρτζίνια. Το 1620, μια ομάδα Πουριτανών ίδρυσε μια δεύτερη μόνιμη αποικία στις ακτές του Κέιπ Κοντ και ακολούθησαν αρκετές άλλες αγγλικές αποικίες στη Βόρεια Αμερική, κατά τη διάρκεια του 17ου και 18ου αιώνα. Με την έκδοση ενός βασιλικού διατάγματος, η Εταιρεία του Κόλπου του Χάντσον ίδρυσε τη Γη του Ρούπερτ στη λεκάνη απορροής του Κόλπου Χάντσον. Οι Άγγλοι ίδρυσαν ή κατέκτησαν επίσης αρκετές αποικίες στην Καραϊβική, συμπεριλαμβανομένων του Μπαρμπάντος και της Τζαμάικα.
Η Αγγλία κατέλαβε την ολλανδική αποικία της Νέας Ολλανδίας, κατά τη διάρκεια των Αγγλο-Ολλανδικών Πολέμων των μέσων του 17ου αιώνα, αφήνοντας έτσι τη Βόρεια Αμερική διαιρεμένη μεταξύ της Αγγλικής, Ισπανικής και Γαλλικής Αυτοκρατορίας. Μετά από δεκαετίες πολέμου με τη Γαλλία, η Βρετανία πήρε τον έλεγχο της γαλλικής αποικίας του Καναδά, καθώς και αρκετών εδαφών της Καραϊβικής, το 1763. Με τη βοήθεια της Γαλλίας και της Ισπανίας, πολλές από τις βορειοαμερικανικές αποικίες απέκτησαν την ανεξαρτησία τους από τη Βρετανία, μέσα από τη νίκη τους κατά την Αμερικανική Επανάσταση (1775–1783). Οι ιστορικοί μερικές φορές αναφέρονται στη Βρετανική Αυτοκρατορία μετά το 1783 ως η "Δεύτερη Βρετανική Αυτοκρατορία". Την περίοδο αυτή, η Βρετανία επικεντρώθηκε περισσότερο στην επέκταση στην Ασία και την Αφρική, δίνοντας περισσότερη έμφαση στο εμπόριο. Παρόλα αυτά, η Βρετανία συνέχισε να αποικίζει τμήματα της Αμερικής κατά τον 19ο αιώνα, αναλαμβάνοντας τον έλεγχο της Βρετανικής Κολομβίας και ιδρύοντας τις αποικίες των Νήσων Φώκλαντ και της Βρετανικής Ονδούρας. Η Βρετανία απέκτησε επίσης τον έλεγχο αρκετών αποικιών, συμπεριλαμβανομένου του Τρινιντάντ και της Βρετανικής Γουιάνας, μετά την ήττα της Γαλλίας στους Ναπολεόντειους Πολέμους.
Στα μέσα του 19ου αιώνα, η Βρετανία ξεκίνησε μια διαδικασία χορήγησης αυτοδιοίκησης στις αποικίες που διέθετε στη Βόρεια Αμερική. Οι περισσότερες από αυτές τις αποικίες προσχώρησαν στη Συνομοσπονδία του Καναδά, κατά τη δεκαετία του 1860 και του 1870, αν και η Νέα Γη προσχώρησε το 1949. Ο Καναδάς απέκτησε πλήρη αυτονομία μετά την ψήφιση του Καταστατικού του Ουέστμινστερ το 1931, αν και διατήρησε διάφορους δεσμούς με τη Βρετανία και εξακολουθεί να αναγνωρίζει τον Βρετανό μονάρχη ως τον αρχηγό του κράτους. Κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου οι περισσότερες από τις υπόλοιπες βρετανικές αποικίες στην Αμερική κέρδισαν την ανεξαρτησία τους, μεταξύ 1962 και 1983. Πολλές από τις πρώην βρετανικές αποικίες αποτελούν μέρος της Κοινοπολιτείας των Εθνών, μιας πολιτικής ένωσης που αποτελείται κυρίως από πρώην αποικίες της Βρετανικής Αυτοκρατορίας.