Πολύτιμα μέταλλα
From Wikipedia, the free encyclopedia
Με τον συλλογικό όρο πολύτιμα μέταλλα αναφέρονται μεταλλικά χημικά στοιχεία που βρίσκονται στη φύση, είναι σχετικώς σπάνια και έχουν υψηλή οικονομική και πολιτιστική αξία.
Τα πολύτιμα μέταλλα τείνουν να είναι χημικώς πιο αδρανή από όσο τα περισσότερα στοιχεία της ύλης (δείτε το λήμμα ευγενή μέταλλα). Συνήθως είναι όλκιμα και εμφανίζουν έντονη μεταλλική λάμψη. Ιστορικώς μερικά πολύτιμα μέταλλα ήταν σημαντικά ως νόμισμα, ενώ σήμερα θεωρούνται κυρίως ως οικονομική επένδυση και βιομηχανικές πρώτες ύλες.
Τα γνωστότερα πολύτιμα μέταλλα είναι όσα ακριβώς χρησίμευσαν ως νομίσματα: ο χρυσός (κοινώς χρυσάφι) και ο άργυρος (κοινώς ασήμι). Παρά το ότι αμφότερα έχουν και βιομηχανικές χρήσεις, είναι γνωστότερα για τις χρήσεις τους στις τέχνες, την κοσμηματοποιία και την κατασκευή νομισμάτων. Ο χρυσός, ο άργυρος, ο λευκόχρυσος (κοινώς πλατίνα) και το παλλάδιο έχουν το καθένα τον δικό του κωδικό ISO 4217 ως «νομίσματα». Εκτός από αυτά, πολύτιμα μέταλλα είναι και τα μέταλλα της ομάδας του λευκόχρυσου: ρουθήνιο, ρόδιο, παλλάδιο, όσμιο, ιρίδιο και λευκόχρυσος, από τα οποία το τελευταίο έχει την ευρύτερη εμπορική διακίνηση.[1]
Η ζήτηση για τα πολύτιμα μέταλλα προκαλείται όχι μόνο από την πρακτική χρήση τους, αλλά και για τον ρόλο τους ως επένδυση σταθερής αξίας. Ιστορικά τα πολύτιμα μέταλλα έχουν διατηρήσει πολύ υψηλότερες τιμές από όσο τα συνηθισμένα βιομηχανικά μέταλλα.