Φράγκοι
From Wikipedia, the free encyclopedia
Οι Φράγκοι (λατινική γλώσσα: Franci ή gens Francorum) ήταν ένα σύνολο γερμανικών φύλων, το όνομα του οποίου αναφέρεται για πρώτη φορά σε ρωμαϊκές πηγές του 3ου αιώνα, συνδεδεμένο με φυλές στον Ρήνο, στο χείλος της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Αργότερα, ο όρος συνδέθηκε με τις εκρωμαϊσμένες γερμανικές δυναστείες εντός της καταρρέουσας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, οι οποίες τελικά διοίκησαν ολόκληρη την περιοχή μεταξύ των ποταμών Λίγηρα και Ρήνου και επέβαλαν την εξουσία τους σε πολλά άλλα μεταρωμαϊκά βασίλεια και γερμανικούς λαούς, αναγνωριζόμενες αργότερα από την Καθολική Εκκλησία ως διάδοχοι των παλαιών ηγεμόνων της Δυτικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας[1][2][3].
Παρόλο που το φράγκικο όνομα εμφανίζεται στον 3ο αιώνα, τουλάχιστον μερικές από τις αρχικές φράγκικες φυλές ήταν από καιρό γνωστές με τα δικά τους ονόματα στους Ρωμαίους, τόσο ως σύμμαχοι που προσέφεραν στρατιώτες όσο και ως εχθροί. Το νέο όνομα εμφανίζεται για πρώτη φορά όταν οι Ρωμαίοι και οι σύμμαχοί τους έχαναν τον έλεγχο της περιοχής του Ρήνου. Οι Φράγκοι αναφέρθηκαν για πρώτη φορά ότι συνεργάστηκαν για να εισβάλουν στη ρωμαϊκή επικράτεια, αλλά από την αρχή αυτό συνδέθηκε και με επιθέσεις εναντίον τους που οργανώθηκαν έξω από την περιοχή των συνόρων τους, για παράδειγμα από τους Σάξονες, και από την επιθυμία των συνοριακών φύλων να μετακινηθούν στη ρωμαϊκή επικράτεια.
Οι γερμανικές φυλές που σχημάτική-γλωσσική ομάδα.[4][5]
Γνωστοί φράγκικοι λαοί εντός των ρωμαϊκών συνόρων του Ρήνου ήταν οι Σάλιοι Φράγκοι, στους οποίους επιτράπηκε να ζήσουν στη ρωμαϊκή επικράτεια, ενώ άλλοι Φράγκοι μετά από πολλές απόπειρες κατέκτησαν τη ρωμαϊκή συνοριακή πόλη της Κολωνίας και εγκαταστάθηκαν στην αριστερή όχθη του Ρήνου. Αργότερα, σε μία περίοδο συγκρούσεων σε ολόκληρη τη Γαλατία στις δεκαετίες του 450 και του 460, ο Φράγκος Χιλδέριχος Α΄ ήταν ένας από τους στρατιωτικούς ηγέτες που διοίκησαν ρωμαϊκές δυνάμεις διαφόρων εθνικών δεσμών. Ο Χιλδέριχος και ο γιος του, Κλόβις Α΄, αντιμετώπισαν τον ανταγωνισμό του Αιγίδιου και του γιου του ως διεκδικητές του βασιλείου των Φράγκων και διοικητές των ρωμαϊκών δυνάμεων του Λίγηρα (σύμφωνα με τον Γρηγόριο Τουρώνη, ο Αιγίδιος κυβέρνησε το βασίλειο για 8 χρόνια όταν ο Χιλδέριχος βρισκόταν σε εξορία, ενώ ο γιος του αναφέρεται ως "βασιλιάς των Ρωμαίων"). Αυτός ο νέος τύπος βασιλείου, εμπνευσμένος ίσως από τον Αλάριχο Α', αντιπροσωπεύει την αρχή της δυναστείας των Μεροβίγγειων, η οποία κατάφερε να κατακτήσει το μεγαλύτερο μέρος της Γαλατίας τον 6ο αιώνα, καθώς και να εδραιώσει την ηγεσία της σε όλα τα φράγκικα βασίλεια στα σύνορα του Ρήνου. Στη βάση αυτής της αυτοκρατορίας οι αναδυόμενοι Καρολίδες θεωρήθηκαν τελικά ως οι νέοι αυτοκράτορες της δυτικής Ευρώπης το 800.
Οι όροι "Φράγκος" ή "Φραγκικός" αναπτύχθηκαν στη συνέχεια σε πολλά διαφορετικά επίπεδα, που μερικές φορές αντιπροσώπευαν ένα πολύ μεγάλο μέρος της Ευρώπης, και από την άλλη, μερικές φορές περιορίζονταν στη Γαλλία. Κατά το Μέσο και τον Ύστερο Μεσαίωνα οι Δυτικοευρωπαίοι μοιράζονταν την πίστη τους στη Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία και συνεργάστηκαν ως σύμμαχοι στις Σταυροφορίες πέρα από την Ευρώπη, στον Λεβάντε. Το 1099 ο πληθυσμός σταυροφόρων της Ιερουσαλήμ αποτελείτο ως επί το πλείστον από Γάλλους αποίκους, που εκείνη την εποχή εξακολουθούσαν να αναφέρονται ως Φράγκοι, και άλλους Ευρωπαίους, όπως Ισπανούς, Γερμανούς και Ούγγρους. Οι Γάλλοι ιππότες αποτελούσαν το μεγαλύτερο μέρος της σταθερής ροής ενισχύσεων καθ' όλη τη διάρκεια των διακοσίων χρόνων των Σταυροφοριών, έτσι ώστε οι Άραβες συνέχισαν να αναφέρονται ενιαία στους σταυροφόρους και τους Δυτικοευρωπαίους ως Franjī, ελάχιστα ενδιαφερόμενοι αν προέρχονταν πραγματικά από τη Γαλλία.[6] Οι Γάλλοι Σταυροφόροι εισήγαγαν επίσης στον Λεβάντε τη γαλλική γλώσσα, καθιστώντας τη βάση της lingua franca («φραγκική γλώσσα») των Σταυροφορικών κρατών.[6][7] Αυτό είχε διαρκή αντίκτυπο στα ονόματα των Δυτικοευρωπαίων σε πολλές γλώσσες.[8][9][10]. Η Δυτική Ευρώπη είναι γνωστή εναλλακτικά στους Πέρσες ως «Φραγγκιστάν».[11]
Μετά τη Συνθήκη του Βερντέν το 843 το Φραγκικό Βασίλειο χωρίστηκε σε τρία ξεχωριστά: τη Δυτική Φραγκία, τη Μέση Φραγκία και την Ανατολική Φραγκία. Το 870 η Μέση Φραγκία διαιρέθηκε περαιτέρω, με το μεγαλύτερο μέρος της επικράτειάς της να μοιράζεται μεταξύ της Δυτικής και της Ανατολικής Φραγκίας, που στη συνέχεια θα αποτελέσουν τους πυρήνες του μελλοντικού Βασιλείου της Γαλλίας και της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας αντίστοιχα, με τη Δυτική Φραγκία (Γαλλία) να διατηρεί τελικά το χορωνύμιο.