Όσιρις
θεός της μεταθανάτιας ζωής στην αιγυπτιακή μυθολογία / From Wikipedia, the free encyclopedia
Ο Όσιρις, (γεν.: του Οσίριδος, επίσης Ούζιρις, Αζάπ, Όζιρις, Ουζάπ, Ουεζίρ, Ουζαρέ) του οποίου το όνομα είναι ελληνογενές και σύνθετο εκ των Ὅσιος και Ἱερός (Πλουτάρχου "Περὶ Ἴσιδος καὶ Ὀσίριδος" 375D), εξομοιώθηκε με πολλές θεότητες του ελληνικού πάνθεου, κυρίως δε με τον Διόνυσο και τον Άδη. Όντας αρχικά θεός της φύσης, ενσάρκωση του πνεύματος της βλάστησης, που πεθαίνει κατά το θερισμό και αναγεννάται όταν φυτρώνει ο σπόρος, ο Όσιρις λατρεύθηκε σε ολόκληρη την αρχαία Αίγυπτο ως θεός των νεκρών. Με την ιδιότητα αυτή αναρριχήθηκε μέχρι την πρώτη σειρά του αιγυπτιακού πανθέου[3]. Ο μύθος παρουσιάζει τον Όσιρι ουσιαστικά ως φετίχ μιας κατακτητικής φατρίας, η οποία τον επέβαλε αρχικά στην πόλη Ντζεντού -μεταγενέστερα Περ-Ουσίρ και Βούσιρι (αρχαιοελ.)- της Κάτω Αιγύπτου, όπου ο νέος θεός υποκατέστησε τον προηγούμενο κύριο της πόλης, τον Αντζετί[4]. Κατόπιν στην Άβυδο της 'Ανω Αιγύπτου, ο Όσιρις ταυτίστηκε με τον Χεντ Αμεντί (Khent Amenti), τον θεό-λύκο της δυτικής νεκρόπολης και έγινε η μεγάλη θεότητα των νεκρών. Εκεί του αποδιδόταν ενίοτε η προσωνυμία Χεντ Αμεντιού (Khent Amentiou), «Κύριος των Δυτικών», δηλαδή των νεκρών, που κατοικούσαν εκεί όπου δύει ο ήλιος[5]. Ο Όσιρις μαζί με τον Σέραπη χαρακτηρίζονταν Άζωνοι θεοί.
Όσιρις | |
---|---|
Γενικές πληροφορίες | |
Συνθήκες θανάτου | deicide |
Πληροφορίες ασχολίας | |
Οικογένεια | |
Σύζυγος | Ίσις |
Σύντροφος | Νέφθυς |
Τέκνα | Ώρος Άνουβις[1][2] |
Γονείς | Γκεμπ και Νουτ |
Αδέλφια | Σετ Νέφθυς Ίσις |
Σχετικά πολυμέσα | |
δεδομένα |
Wsjr | |||
Όσιρις σε ιερογλυφικά |